Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Μάθε παιδί μου γράμματα

Δεν πιστεύω να υπάρχει άνθρωπος στη Στενή, αλλά και στα γύρω χωριά, από εξήντα  ετών και άνω, αλλά και από πενήντα ετών ίσως, που να μη θυμάται τις παραινέσεις των γονιών του όταν ήταν μικροί και πήγαιναν στο σχολείο.
«Διάβασε παιδί μου, να μάθεις πέντε γράμματα, να φας ένα κομμάτι ψωμί και να ζήσεις σαν άνθρωπος».
Οι ίδιοι είχαν πιστέψει ότι η ζωή τους ήταν «μη ανθρώπινη».
Όλη τους η ζωή μια συνεχής κούραση. Στο χωράφι, στις ελιές, στο αμπέλι, στο μικρό περιβολάκι, στα ζώα, στην υλοτομία, στο καστανόχωμα, στα καμίνια κ.α.
Και όλα αυτά για το ψωμί της χρονιάς, το λάδι της χρονιάς, το κρασί της χρονιάς τα ξύλα για να περάσει ο δύσκολος χειμώνας κλπ.
Για να εξοικονομήσουν κάποια χρήματα, έπρεπε να πουλήσουν καστανόχωμα και, ίσως κανένα φόρτωμα ξύλα. Πολλές φορές πήγαιναν στα Ψαχνά για να ανταλλάξουν αχλάδες ή άλλα φρούτα με πατάτες. Ακόμα πιο παλιά πήγαιναν στο βουνό να πάρουν χιόνι και να το μεταφέρουν στη Χαλκίδα για να το πουλήσουν.
Αυτή ήταν η ζωή τους και γι' αυτό μεγάλος τους καημός ήταν τα παιδιά τους να ζήσουν ξεκούραστα.
Ήταν κάτι το θαυμαστό, το αδιανόητο, το παραμυθένιο γι' αυτούς να εξοικονομεί κανείς χρήματα χωρίς να είναι υποχρεωμένος να σκάψει, να βοσκήσει πρόβατα, να κόψει ξύλα, να τον μουσκεύει η βροχή, να τον παγώνει ο τσουχτερός βοριάς ή να τον καίει ο καυτερός ήλιος το θεριστή και τον Αλωνάρη.
«Μάθε πέντε γράμματα, να φας ένα κομμάτια ψωμί» έλεγαν και ξανάλεγαν οι γονιοί μας.
Η μόρφωση ήταν πλέον μονόδρομος. Γι' αυτό πολλοί Στενιώτες επέλεξαν αυτή την οδό. Με χίλια μύρια βάσανα και αντιξοότητες, με οικονομικές δυσκολίες τεράστιες, με επικοινωνία ανύπαρκτη, με τα Πανεπιστήμια και της Ανώτατες σχολές απρόσιτες, λόγω του μικρού αριθμού εισακτέων, που ανέβαζε τον πήχη του ανταγωνισμού, πολλοί μπόρεσαν να διαπρέψουν, αλλά και όσοι δεν επέλεξαν την οδό της μόρφωσης, πέτυχαν σε άλλους τομείς με ότι και αν καταπιάστηκαν.
Μοναδικός στόχος να απομακρυνθούν και να αποκολληθούν από τη φτώχεια και τη μιζέρια του φτωχού χωριού.
Σήμερα, πλήθος Στενιωτών διαπρέπει στο χώρο της Εύβοιας, αλλά και της Ελλάδος, στους τομείς της επιστήμης, της πολιτικής, του συνδικαλισμού, του επιχειρηματικού χώρου, στις δημόσιες υπηρεσίες, στο στρατό, την αστυνομία και αλλού.
Ακολουθώντας τις προτροπές και τις νουθεσίες των απλών, αγράμματων, αλλά σοφών από τις ταλαιπωρίες και τα βάσανα της ζωής γονιών μας, σήμερα ζούμε καλύτερα, με οικονομική άνεση, ξεκούραστα, και με αξιοπρέπεια.
Μια ζωή, που τη χρωστάμε αποκλειστικά σ' αυτούς, που μόχθησαν, δούλεψαν, πείνασαν, για να ζήσουμε εμείς καλύτερα.
Τους το χρωστάμε. Γι’ αυτό πρέπει να τους αγαπάμε, όσους είναι ακόμα στη ζωή και να ανάβουμε ένα κεράκι σ’ αυτούς που δεν ζούνε πια.
Και κυρίως να σεβόμαστε, να μην χλευάζουμε και να μην μιλάμε απαξιωτικά για τον πολιτισμό τους, τον τρόπο ζωής και σκέψης τους, γιατί αυτά ήταν που τους είχαν καταστήσει καλούς ανθρώπους και σωστούς γονείς, στοιχεία που απέβησαν επωφελή για τη δική μας ζωή.
Είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε.

Γιάννης Γιαννούκος

Άλλα επαγγέλματα



Φούρνοι
Υπήρχε μόνο ένας φούρνος, του Βασιλείου Σιμιτζή, εκεί που αργότερα ήταν και ο φούρνος του γιου του Θανάση Σιμιτζή.
Πουλούσε ψωμί, αλλά έψηνε και τα καρβέλια που του τα έφερναν ζυμωμένα επ΄αμοιβή. Είχε επίσης και έναν στίφτη για τα σταφύλια και αποστακτήριο για να βγάζει ρακί.

Πλεκτομηχανές
Πλεκτομηχανές για να πλέκουν κυρίως φανέλες μάλλινες, είχαν στην Άνω Στενή η Κατερίνα Ντούρμα (Κατερίνα του Τσουτσαίου) και η Ελένη Κουτσούκου.
Στην Κάτω Στενή είχαν οι: Αθηνά Άγα, η Μαρία Αγγελάκη, η Σωτήρω Κυράνα και η Παρασκευή Μπεληγιάννη (Κολοτόπη).

Φωτογράφος
Φωτογράφος ήταν ο Ευάγγελος Παπαϊωάννου. Επίσης ήταν και επιγραφοποιός (έγραφε ταμπέλες για τα μαγαζιά).

Σαρωματάδες
Ο Χαρίλαος Νάτσης.
Ήταν σαρωματάς και στιλβωτής.
Οι σαρωματάδες στη Στενή, έφτιαχναν τις σκούπες από αστοφιά ή θυμάρι, με τις οποίες σκούπιζαν τα κατώγια και τα καθάριζαν από τις βρωμιές που δημιουργούσαν τα περιττώματα των ζώων.
Σαρωματάδες ήταν οι:
Κυράνας Δημήτριος (Αναμήτρος).
Βλάχος Χρήστος (Γεννάδιος).
Νάτσης Χαρίλαος.
 Ο Νάτσης Χαρίλαος ήταν και άριστος περιβολάρης και καλλιεργούσε οπωροκηπευτικά στο περιβόλι του κοντά στη βρύση «Νταβέλη», ενώ παράλληλα έφτιαχνε και στειλιάρια. Όταν διαλαλούσε την πραμάτεια του έλεγε «έχω στειλιάρια για τα στειλιάρια». Με τη λέξη στειλιάρια εννοούσε τους ανθρώπους που δεν είναι ικανοί, δεν μπορούν να ασχοληθούν και να φτιάξουν οτιδήποτε, δεν ήταν έξυπνοι και γενικά αυτούς που «δεν έπιανε το χέρι τους», αυτούς δηλαδή που δεν τα έβγαζαν πέρα με ότι κι αν καταπιάνονταν.

Κυριακή 29 Απριλίου 2018

Το Παζάρι της Κάτω Στενής



Πριν από 150 περίπου χρόνια, η επικοινωνία μεταξύ των χωριών ήταν δύσκολη, λόγω έλλειψης  δρόμων και μέσων συγκοινωνίας. Οι επικοινωνία και το εμπόριο γινόταν μέσα από κακοτράχαλα  μονοπάτια με τα μουλάρια και τα γαϊδούρια.
Για την ανάγκη λοιπόν μεγαλύτερης και πιο ευρύτερης διακίνησης και ανταλλαγής προϊόντων, καθιερώθηκε και λειτούργησε με νόμο του κράτους, ετήσια εμποροπανήγυρη και ζωοπανήγυρη (παζάρι), τα πιο παλιά χρόνια στις 2 Μαΐου στη θέση Άγιος Αθανάσιος και μετά την 1η Σεπτεμβρίου στη θέση Άγιοι Ταξιάρχες που λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Ας δούμε περιληπτικά τις ενέργειες που έκαναν οι τοπικοί άρχοντες εκείνης της εποχής, που ήταν άνθρωποι που έβλεπαν εκατό χρόνια μπροστά και κάθε τους ενέργεια δεν είχε ως στόχο τον εντυπωσιασμό, αλλά την αντιμετώπιση πραγματικών αναγκών που είχαν οι πολίτες.
-Επί Δημάρχου Ληλαντίων Δ. Θωμά και ενεργειών του Δημοτικού Συμβουλίου, εκδόθηκε το παρακάτω Βασιλικό διάταγμα.

«Περί κατ΄έτος τελέσεως εμπορικής πανηγύρεως, εν τω Δήμω Ληλαντίων του Νομού Ευβοίας».
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α΄ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Προτάσει του ημετέρου υπουργού των Εσωτερικών, εγκρίνομεν να τελείται εμπορική πανήγυρις την 2αν Μάιου εκάστου έτους, κατά την θέσιν Αγίου Αθανασίου του Δήμου Ληλαντίων της Εύβοιας.
Εν Αθήναις τη 14 Μαρτίου 1873
ΓΕΩΡΓΙΟς Α΄
Φ.Ε.Κ.  14/4-5-1873

Επί Δημάρχου Ληλαντίων Δ. Σιμιτζή, μεταφέρθηκε ο τόπος αλλά και ο χρόνος τέλεσης του παζαριού.

Παλιές λέξεις της Στενής-Ψ


Ψαλίδα:. α ) Ισχυρό και μεγάλο ψαλίδι. β.)Έλικας της κληματαριάς που είναι χρήσιμος για την αναρρίχηση του φυτού. γ ) Πάθηση της τρίχας του κεφαλιού η οποία σκίζεται στα δύο και δεν μεγαλώνει άλλο. δ ) Είδος ερπετού (η σκολόπεντρα).

Ψαλίδια:. Δοκάρια που χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή της οροφής των σπιτιών.

Ψαλιδόκωλος ή ψαλιδοκώλης:. Αυτός που φορεί επίσημο ένδυμα (κυρίως φράκο) σκιστό πίσω. Και κατ΄ επέκταση αυτός που είναι ντυμένος πολύ προσεκτικά και «κυριλέ», όπως θα λέγαμε σήμερα.

Ψαρή:. Η γκρίζα γίδα.

Ψαρός:. Ο γκριζομάλλης (ψαρής).

Ψαρούδα:. Την έφτιαχναν με Αλεύρι, νερό, αλάτι και την έβαζαν μέσα στη στάχτη. Σκούπιζαν καλά ένα μέρος στο τζάκι και αφού τοποθετούσαν εκεί την ψαρούδα, τη σκέπαζαν με κάρβουνα και στάχτη. Είχε το σχήμα «πταλιάς».

Ψαχνό:. Κρέας άπαχο χωρίς κόκαλα και μεταφορικά η ουσία, το βασικό μέρος μιας υπόθεσης. «έλα στο ψαχνό», προχώρησε στο ουσιαστικό μέρος και «βαράει στο ψαχνό», πυροβολεί, βαράει αλύπητα με σκοπό να σκοτώσει.

Ψείρας:. Αυτός που λεπτολογεί. Ο μικροπρεπής, ο οχληρός. Και ψειριάρης, αυτός που έχει γεμίσει ψείρες. Μεταφορικά ο βρωμιάρης, αλλά και ο φτωχός και περήφανος συγχρόνως.

Ψευδός:. Αυτός που δεν αρθρώνει καθαρά ορισμένα σύμφωνα, αυτός που ψευδίζει (τραυλός).

Ψιμοκρίθια:. Ήταν  η σπορά του όψιμου κριθαριού. Η πρώτη σπορά γινόταν το Νοέμβριο-Δεκέμβριο και ή όψιμη (ψιμοκρίθια), τον Γενάρη-Φλεβάρη.

Επαγγέλματα υγείας


Πρακτικοί γιατροί
Πισινάρας Πέτρος (Κουμπούρας), Πισινάρας Δημήτριος (Μπαταριάς), Πισινάρας Σταύρος, και ο Γεώργιος Σουλτάνης (Γέρο-Γιώργας),
εξετέλουν θεραπείες εξαρθρωμάτων.
Ο Πέτρος Πισινάρας
(Κουμπούρας)
Με τη σύζυγό του
Θεοδώρα Παλαιολόγου.
Έκανε θεραπείες εξαρθρωμάτων
(σπασίματα, στραμπουλίγματα κλπ)
Παλαιότερα, είχε χρηματίσει εμπειρική γιάτρισσα και μαμή, η Αγγελού, χήρα Δημητρίου Γαλάνη, (Γριά Κοντή). Ο Ιωάννης Καρλατήρας (Γέρο Τίλιας), ο οποίος έβγαζε και δόντια, αλλά έκανε και πλύσεις αυτιών. Την θεραπεία των αυτιών ανέλαβε να την κάνει μετά τον θάνατό του, η κόρη του, Μένια Ιωάννου Σπύρου (Γκέτσικα).

Γιατροί

Ο γιατρός
Κηρύκος Παπακωνσγταντίνου
Γιατροί στη Στενή, όχι διορισμένοι από το κράτος, που άσκησαν το λειτούργημα τους στη Στενή, ήταν ο Καρλατήρας Βασίλειος, ο Παπαγεωργίου Νικόλαος και ο Παπακωνσταντίνου Κηρύκος. Μετά τον πόλεμο ο Παπαγεωργίου Νικόλαος διορίστηκε ως αγροτικός Γιατρός,
ο Καρλατήρας Βασίλειος ειδικεύτηκε στην γυναικολογία και ο Κηρύκος Παπακωνσταντίνου στην καρδιολογία.
Παλαιότερα, διπλωματούχος γιατρός ήταν και ο Γιάννης Καμαριώτης (Κάντζος). Επίσης ο Σταύρος Μεργός, ο οποίος είχε χρηματίσει και Δήμαρχος το 1907.
ο φαρμακοποιός Ιωάννης Μπεληγιάννης, με τη
σύζυγό του Άννα, που ήταν οδοντίατρος
και το μικρό γιο τους Λευτέρη.
Φαρμακείο
Φαρμακείο λειτουργούσε στη Στενή από τον Φαρμακοποιό Μπεληγιάννη Ιωάννη, εκεί που σήμερα είναι ιδιοκτησία των παιδιών του.
Οδοντιατρείο
Η Σύζυγος του Φαρμακοποιού Ιωάννη Μπεληγιάννη, Άννα Μπεληγιάννη, ήταν οδοντίατρος και ασκούσε το επάγγελμα στη Στενή.
Μαμές
Η Σοφία Παπαναστασίου (Σοφίτσα), που ήταν πρακτική μαμή.
Το 1930 εγκαταστάθηκε μονίμως στη Στενή η διπλωματούχος μαία Ελένη Σπύρου Τζίνη και το 1940 η επιστήμων μαία Μαρία Γ. Παπακωνσταντίνου. Πριν το 1900, πρακτικές μαμές ήταν η Γιαννούλα Καμαριώτη (Γριά Γιαννούλα) και η Κυριακή Πατερίτσα (Κυριά).

Γιάννης Γιαννούκος

Της Παναγίας στη Στενή


Μία από τις γλυκύτερες εορτές του Χριστιανικού κόσμου είναι η Κοίμησις της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η Παναγία υπέφερε, όχι ως θεάνθρωπος και Αγία αλλά ως θνητή και κυρίως ως μάνα. Γι αυτό είναι πιο κοντά στους ανθρώπους, γιατί έζησε και υπέφερε πράγματα που συχνά συμβαίνουν σε όλους, γι αυτό έρχεται ως παρηγορήτρα και διαμεσολαβητής των ανθρώπων προς το Θεό.
Στη Στενή η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η εορτή των εορτών.
Σπάνια υπάρχει Στενιώτης ή Στενιώτισσα που θα λείπει από τη Χάρη της.
Μέρες πριν το πανηγύρι οι νοικοκυρές καθαρίζουν τα σπίτια τους, τα ασβεστώνουν και ετοιμάζουν φαγητά και γλυκά για να μην λείψει τίποτα από τους επισκέπτες. Και οι επισκέπτες είναι πολλοί, αλλά είναι όλοι δικοί μας άνθρωποι. Αδέλφια, ξαδέλφια, ανίψια, θείοι κ.α. που για διάφορους λόγους βρίσκονται σε ξένα μέρη, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή.
Όπου όμως κι αν βρίσκονται θα κάνουν τα πάντα για να βρεθούν στο χωριό για μία-δύο μέρες.
Γεμίζει το χωριό από κόσμο, ίσως αυτές τις μέρες να βρίσκονται περισσότεροι από κάθε άλλη φορά.
Όμως δεν έχει σημασία ο αριθμός, σημασία έχει ότι ανάμεσα σ΄ αυτούς είναι ο αδελφός ο Κώστας, ο θείος ο Δημήτρης, ο γείτονας ο Βαγγέλης, ο παλιός συμμαθητής ο Γιώργος, το παιδικό φλερτ η Κατερίνα ο ανιψιός  ο Παναγιώτης. Αλλά και για όλους τους υπόλοιπους συγχωριανούς, θα μάθουμε τι κάνουν, που βρίσκονται, αν είναι παντρεμένοι, αν έχουν παιδιά κλπ.

Σάββατο 28 Απριλίου 2018

Παλιές λέξεις της Στενής-Χ


Χαβάνι:. Χάλκινο δοχείο με γουδοχέρι, στο οποίο «κοπανούσαν» τα διάφορα μπαχαρικά, συνήθως για κατασκευή γλυκών.

Χαβάς:. Η μελωδία, ο σκοπός ενός τραγουδιού. Το λέμε και για τους ανθρώπους που συνεχίζουν την ίδια λαθεμένη τακτική τους, παρά τις αντιδράσεις των άλλων (το χαβά του αυτός).

Χαβιά:. Μικρή αλυσιδούλα, πρόσθετη στην καπιστράνα, από το ύψος των «γουλιών» μέχρι κάτω από το σαγόνι. Αν το ζώο ήταν ατίθασο, του το πέρναγαν στο στόμα για να ηρεμεί και να υπακούει.

Χάβος:. Σημαίνει γκρεμός, χαράδρα και πολύ συχνά χρησιμοποιείται και σαν τοπωνύμιο. Το φαράγγι στα Καμπιά, που ξεκινάει από τα Καμπιά και τελειώνει στην Αγία Κυριακή, το λένε «Χάβο».

Χαγιάτι:. Ξύλινο μπαλκόνι. Πάντα στεγασμένο με κεραμίδια, που ήταν συνέχεια της σκεπής (αστρέχα).

Χαζίρ:. Παραλίγο, παρατρίχα (χαζίρ να το ξεχάσω), (χαζίρ να πέσω μέσα στο νερό).

Χαΐρι:. Πρόοδος, προκοπή (δεν έκανε χαΐρι στη ζωή του), νοικοκυροσύνη (έχει ομορφιά και χαΐρι), και κατάρα (χαΐρι και προκοπή να μη δεις).

Αυτοκίνητα


Τα αυτοκίνητα μπήκαν στη ζωή μας μετά το 1927 που συνδέθηκε η Στενή με τη Χαλκίδα, μέσω Γιδών Πολυτήρας κλπ.
Το πρώτο αυτοκίνητο που εμφανίστηκε στη Στενή ήταν την 1η Σεπτεμβρίου 1927, την ημέρα που τελείται η εμποροπανήγυρη στην Κάτω Στενή και το οδηγούσε ο Ηλίας Κατσής, που καταγόταν από τις Στρόπωνες και διέμενε στη Χαλκίδα.
Οι εργασίες συνεχίστηκαν για όλο το μήνα Σεπτέμβριο για να τελειοποιηθεί ο δρόμος προς την Άνω Στενή και στο τέλος του μήνα κατέφτασε από τη Χαλκίδα, το αυτοκίνητο του Βασίλη Φλώρου από τη Μακρυκάπα, στην Άνω Στενή, στη θέση «Βρυσίτσα», που είναι στην είσοδο του χωριού. Οι κάτοικοι έτρεξαν και βοηθούντες τον οδηγό το ανέβασαν μέχρι την πλατεία και το «ασήμωσαν» όλοι οι παρευρισκόμενοι. Έστησαν μάλιστα και χορό.
Το αυτοκίνητο του
Χαράλαμπου Κυράνα,
που μετάφερε εμπορεύματα
και επιβάτες.
Αυτοκίνητο φορτηγό για μεταφορές, αφού έγινε ο δρόμος για Χαλκίδα είχε ο Χαράλαμπος Κυράνας, για μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, Αυτοκίνητα επίσης διέθεταν για λίγο χρονικό διάστημα και οι Ιωάννης Καλαμάρας με τον Ταξιάρχη Γιαλό, συνεταιρικά, καθώς και ο Ευάγγελος Λέων, Επίσης ο Νικόλαος Τσουτσαίος, συνεταιρικό με ομάδα Στενιωτών. Η συγκοινωνία τότε με την Χαλκίδα, γινόταν μέσω Βούνων, Γιδών, Πολυτήρας και Πέι.
Μετά τον πόλεμο, περίπου 1947-48 αυτοκίνητο είχε ο Ιωάννης Κυράνας (Χαραλαμάκης). Την ίδια εποχή είχε αυτοκίνητο και ο Χαράλαμπος (Μπάμπης) Κυράνας, που μετέφερε κυρίως επιβάτες, μέχρι το 1954 και μετά είχε αγοραίο ταξί. Επίσης ο Αναστάσιος Κρητικός.
Σε κάθε φορτηγό υπήρχε συνήθως, εκτός από τον οδηγό, και ένας βοηθός. Έπρεπε να έχει δυο χρόνια υπηρεσία, ώστε να αρχίσει να κάνει μαθήματα οδήγησης. Ο ρόλος του βοηθού ήταν πολύ σημαντικός. Βλέπετε, όλα τα αυτοκίνητα τότε είχαν μανιβέλα, ακόμα και όσα είχαν μίζα, γιατί οι μπαταρίες, εκείνη την εποχή, άδειαζαν γρήγορα. Ο βοηθός γυρνούσε τη μανιβέλα, ο οδηγός τραβούσε το τσοκ και πατούσε το γκάζι, ώστε να  πάρει το αυτοκίνητο μπροστά. Ήθελε προσοχή το γύρισμα της μανιβέλας, γιατί αν τη γύριζες ανάποδα, μπορούσαν να σου σπάσουν τα χέρια, αφού ο κινητήρας έπαιρνε ανάποδες στροφές. Συνήθως, ο βοηθός "την έβγαζε" στην καρότσα του φορτηγού, ή στο «φτερό», πάντα σε ετοιμότητα. Στις ανηφόρες, όταν δυσκολευόταν το αυτοκίνητο, ο βοηθός πηδούσε έξω και έβαζε  τάκους στους τροχούς, να μη κυλήσει πίσω το αυτοκίνητο. Το ίδιο και στις κατηφόρες, όταν ζεσταίνονταν τα φρένα, πήδαγε από την καρότσα ο βοηθός και έβαζε τους τάκους στους πίσω τροχούς. Στις ανηφόρες, μόλις το αυτοκίνητο κατάφερνε να ξεκινήσει ξανά, ο βοηθός τραβούσε τον τάκο και έτρεχε να μπει, να πηδήσει, στην καρότσα.
Χαρακτηριστικά είναι και τα ονόματα που έδιναν οι κάτοικοι στα αυτοκίνητα, ανάλογα με το σχήμα τους το χρώμα τους το πόσο μπορούσαν να τρέξουν, αν μπορούσαν να ανέβουν εύκολα τις ανηφόρες κλπ. Μερικά χαρακτηριστικά ονόματα ήταν: Χατζηνταούτης, Καρνάβαλος, Αράπης, Γοργόνα, Κανάρης, Παπανικολής, Περσεφόνη κ.α.
Μεταγενέστερα φορτηγά αυτοκίνητα είχαν οι Γρηγόριος Κρητικός, Ιωάννης Κρητικός (Γιαννάρας), Ιωάννης (Γιαννάκης) Κυράνας και ο Μιχάλης Γιαλός με τον Δημήτριο Ντούρμα (Μαντά) Αργότερα, αποσύρθηκε ο Μιχάλης Γιαλός και το αυτοκίνητο έμεινε στον Δημήτρη Ντούρμα.

Γιάννης Γιαννούκος   






Πισινάρας Σταύρος (Καρούτζος)


Πισινάρας Σταύρος (Καρούτζος)
Ο Σταύρος Πισινάρας παντρεύτηκε τη Μαριώ (Μαρίτσα) και έκαναν πέντε παιδιά.
Το Χριστόδουλο, το Μήτσο, τον Πέτρο, τη Μένια και τον Παναγιώτη.

Α) Ο Χριστόδουλος (Κστουδουλιάς) πήρε γυναίκα από τους Μακρήδες και έκανε:
1) Το Βασίλη που πήρε τη Μαρία (Μαρζάκι) Μαστρογιάννη.
Έκαναν το Γιώργο που πήρε την Κατίνα Μακρή από τη Λούτσα.
2) Το Θανάση (Σιτιμπούρας) που παντρεύτηκε τη Μαρία Βλάχου, αδερφή του Ανθυβάγγελου.
-Έκαναν την Κατίνα που πήρε άνδρα από την Λούτσα, το Μπούτρο (Φουρτούνας), γιό του Παπαμήτσου. Και οι οποίοι έκαναν τη Μαριάννα και το Δημήτρη.
-Το Χριστόδουλο, που παντρεύτηκε την Τασία από την Καλαμάτα και έκαναν δύο παιδιά, το Θανάση και τη Μαρία.
3) Τη Βαγγελιώ που παντρεύτηκε το Νίκο Βλάχο (Κουραμιάς).
Έκαναν τη Λένη που παντρεύτηκε Λουτσαΐτη και έμεναν στο Βατώντα που είχαν τα πρόβατα, τη Μαρία που δεν παντρεύτηκε, το Χαράλαμπο και την Δημητρούλα που έφυγαν για Αμερική και το Χρήστο που ταξίδευε στα καράβια.
4) Το Δημήτρη (Δημητρακόπουλος) που παντρεύτηκε στην Αθήνα.

Ο Πισινάρας Γεώργιος.
Φαντάρος το 1938
Β) Ο Μήτρος παντρεύτηκε την Ελένη και έκαναν:
1) Το Νίκο που πήρε την Παναγιού, κόρη του Χαρίλαου Νάτσου.
Έκαναν το Σταύρο και το Θανάση που έφυγαν για Αθήνα.
2) Ο Γιώργος παντρεύτηκε τη Ρίνα Καμαριώτη (Κουτσαυλή) και έκαναν το Μήτρο και τη Λένη.

Γ) Ο Πέτρος παντρεύτηκε τη Θοδώρα Παλαιολόγου (Γιατράκου) και έκαναν:
1) Τον Κώστα (Κωτζίνο) που παντρεύτηκε τη Βαγγελιώ Γιαννούκου και έκαναν την Παρασκευή που πήρε το Γιαννάκη Κυράνα, τον Πέτρο που παντρεύτηκε τη Χριστίνα Μάρα από την Κόρινθο και μένουν Αθήνα και το Δημήτρη που πήρε την Ελένη Χναράκη από την Κρήτη και μένουν στην Αθήνα.
Ο Πέτρος Πισινάρας (Κουμπούρας)
με τη σύζυγό του
Θεοδώρα Παλαιολόγου
2) Ο Σπύρος παντρεύτηκε τη Ντίνα Θεοδώρου στον Άγιο Γεώργιο Λειβαδιάς. Έκαναν το Θόδωρο και το Σταύρο.
3) Η Μάτω πήρε τον Κώστα Ντούρμα του Αριστείδη (Αριστδάνα) και έκαναν τη Μαρία που μένει Αρτάκη και τη Σταυρούλα που μένει στα Φύλλα.
4) Ο Τάσος ήταν αστυνομικός και παντρεύτηκε στην Αθήνα τη Χριστίνα Απέργη και έκαναν το Σταύρο και τη Ντόρα.

Ο Τάσος άλλαξε το επίθετό του από Πισινάρας σε Πέτρου και αργότερα τον ακολούθησαν τα αδέρφια του και ο πατέρας του.

Δ) Η Μένια παντρεύτηκε το Σπύρο Βασιλείου (Μομότας) και έκαναν
1) Την Ελένη (Λενάκι) που παντρεύτηκε το Γρηγόρη Παπαγεωργίου και έκαναν τον Παπακώστα και τη Μένια
2)Την Παναγιώτα που πήρε τον Παππαβαγγέλη Μπαρμπούρη (βλ.Μπαρμπουραίοι).

E) O Παναγιώτης έκανε:
1) Τον Αντώνη που παντρεύτηκε την Κατίνα του Θοδωρή Σιμιτζή
2) Την Ελένη που παντρεύτηκε το Γιάννη Μεργό.
3) Τον Κώστα, αξιωματικό, που παντρεύτηκε την Νίτσα Πινώτση από τη Σύμη.
4) Τη Βούλα που παντρεύτηκε το Θανάση Μακρή από τη Λούτσα. 



*Βοηθήστε μας να συμπληρώσουμε ή και να επεκτείνουμε το γενεαλογικό σας δένδρο.


Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

Παλιές λέξεις της Στενής-Φ


Φαδοκούβαρο:. Το κουβάρι με το υφάδι, που με τη βοήθεια της ανέμης, γινότανε μασούρι και το έβαζαν στη σαΐτα για την ύφανση.

Φαΐ:. Η λιωμένη ελιά από τις ρόδες στο αλώνι του λιοτριβιού. Επίσης τα υλικά με τα οποία «γεμίζουμε» διάφορες πίτες ή γλυκά ταψιού.

Φάκα:. 1) Ποντικοπαγίδα. 2) Ειδική φράση: πιάστηκε στη φάκα: συνελήφθη επ΄ αυτοφώρω ή αποκαλύφθηκε, ενώ ετοίμαζε κάτι πονηρό ή κακό.

Φακαρόλα:. Ήταν το κενό που δημιουργείτο στο πάνω μέρος του πανωβρακιού, της φουστανέλας κ.λ.π, όταν το διπλώναμε για να ραφτεί, ώστε μέσα από το κενό αυτό να περάσει η βρακοζώνα ή το κορδόνι ή οτιδήποτε που θα στήριζε και θα το κρατούσε, για να μη μας πέσει αυτό που φορούσαμε.

Φαμελιά:. Οικογένεια, σόι. Από την Ιταλική λέξη φαμίλια.

Φάουσα:. Φάγουσα ή φαγέδαινα. Γαγγραινώδες έλκος που κατατρώει τις σάρκες. Υπήρχε και σχετική κατάρα. (Αχ, που να σε φάει η φάουσα).

Φαραδόσυκα:. Σύκα, που είχαν χρώμα σκούρο, δαμασκηνί.

Φαρμακώνω:. Δηλητηριάζω. Και φαρμακώθηκα, δηλητηριάστηκα, αυτοκτόνησα.. Σημαίνει και στεναχώρια (με φαρμάκωσαν τα λόγια που μου ΄πες). Σημαίνει ειρωνικά και το φαγητό (φαρμάκωσες κάνα φαΐ της προκοπής;), (κάτσε να φαρμακώσεις και να σου λείπουν οι γκρίνιες).

Φαρσί:. (Τα ήξερε φαρσί), λέμε για το μαθητή που αποστηθίζει άπταιστα και γρήγορα το μάθημά του. Επίσης με την ίδια σημασία χρησιμοποιούμε και τη λέξη «νεράκι» (τα ΄μαθε νεράκι).

Φαρφαλιάρης:. Ο φλύαρος και τεμπέλης. Που τον διακρίνει προχειρότητα στη συμπεριφορά του, στην ομιλία του, στη δουλειά του.

Υλοτόμοι στη Στενή


Άλλο ένα συμπληρωματικό εισόδημα για τους Στενιώτες ήταν η υλοτομία.
Απαραίτητα εργαλεία για τον υλοτόμο ήταν τα τσεκούρια του, η βαριά, οι σφήνες, ο κόφτης και τα διάφορα πριόνια.
Με το τσεκούρι ή με τον κόφτη έριχναν κάτω τα δέντρα, τα τεμάχιζαν από ενάμιση μέτρο, μέχρι όσο ήταν απαραίτητο, βγάζανε την έξω φλούδα και έφταναν στο ασπράδι του ξύλου. Μετά έφτιαχναν μια πρόχειρη κατασκευή από τάκους και άλλα ξύλα και από πάνω έβαζαν το κούτσουρο.
Η υλοτόμηση χρήσιμης ξυλείας, γινόταν το σαραντάημερο, με το τέλος του φθινοπώρου, τότε που τα δέντρα είχαν τους λιγότερους χυμούς και το φεγγάρι ήταν στη χάση του.
Εκτός από το χρόνο της κοπής, διάλεγαν και τον τόπο της υλοτόμησης. Έλατα από προσήλια κι άγονα μέρη, είναι ανθεκτικά στο σαράκι και στο σάπισμα, όμως είναι στριφτόξυλα, ροζάριακα, μικροφτιαγμένα κι άκομψα. Έλατα από εύφορα και παραποτάμια μέρη, είναι ψηλά ευθυτενή με ίσια νερά κι άροζα, όμως είναι ντελικάτα κι ευάλωτα. 

Της Σταματάρας ο μύλος


Ο ΝΕΡΟΜΥΛΟΣ

…..Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου
εδώ που σταμάτησαν οι μυλόπετρες…….

Γ.Σεφέρης

Μέσα σε ειδυλλιακό τοπίο που μόνο σε περιγραφές παραμυθιών μπορείς να συναντήσεις ήταν χτισμένος ο νερόμυλος. Βαθύσκιωτα πλατάνια και εύφορα περιβόλια έδιναν την όψη ενός επίγειου παράδεισου. Η βοή του νερού και ο ήχος που έβγαζε το βογκητό των μυλόπετρων γέμιζαν το ρέμα του Λήλα.
Ο μύλος της Σταματάρας
Πίνακας της Εύης Σαραντέα-Μίχα
Ο μύλος της Σταματάρας, είναι ο πιο γνωστός και πιο παλιός από όλους τους μύλους της περιοχής. Όλα τα γύρω χωριά αλλά ακόμα και τα πιο απομακρυσμένα τον προτιμούσαν. Στενιώτες, Βουναΐτες, Γιδιώτες, Καθενιώτες, Παλιουραίοι, Λουτσαΐτες, Αϊθανασώτες, Πουρνιώτες, Θεολογίτες, Μακρυκαπιώτες μαζεύονταν και έμπαιναν στην αράδα προκειμένου να αλέσουν. Σταμάτησε τη λειτουργία του το 1968 όταν συγκεντρώθηκε το νερό του Αγίου Στεφάνου και πουλήθηκε στην Αρτάκη (η συμφωνία είχε υπογραφεί πέντε-έξι χρόνια πριν). Βέβαια αυτό δεν έγινε αναίμακτα μιας και οι κάτοικοι του χωριού αντιστάθηκαν στην πώληση με καυγάδες, πετροπόλεμο και συγκρούσεις με την αστυνομία. Χωρίς το νερό των πηγών του Αγίου Στεφάνου το ποτάμι της Στενής έχει επαρκές νερό μόνο το χειμώνα.
Ντούρμα-Παπαναστασίου Ελένη
Αυτό ήταν το τέλος εποχής για τον μοναδικό σε λειτουργία νερόμυλο τότε, όσο και για τα πιο εύφορα περιβόλια της Στενής. Η αλλαγή αυτή αφορούσε όλο το χωριό, μιας και όλοι οι κάτοικοι είχαν ένα κομμάτι σε αυτή την ευλογημένη γη και έβγαζαν περιβολικά και προμήθειες για όλο το χρόνο, όπως πελτέ ντομάτας, φασόλια ξερά, κουκιά, αποξηραμένες μελιτζάνες, κρεμμύδια, σκόρδα. Έως το 1978 τόσο το σπίτι όσο και ο μύλος ήταν σε καλή κατάσταση. Μια φωτιά όμως που έβαλε κτηνοτρόφος και ξέφυγε από τον έλεγχό του ήταν ο λόγος που κάηκαν τα ξύλινα μέρη του ταβανιού με αποτέλεσμα να προκληθούν ζημιές μη αναστρέψιμες.

Η καθημερινότητα στο μύλο πριν από 80 χρόνια

Ιδιοκτήτες του μύλου
Πέντε άτομα ήταν στο μύλο το 1938. Ο Κωνσταντής Ντούρμας, η γυναίκα του Ελένη και αδερφή της Τασά. Καθώς κι κόρες τους, Σταμάτω και Μαρία. Ο Κωσταντής πήγε γαμπρός στο μύλο και ήταν από τους Ντουρμαίους. Η γυναίκα του και η αδερφή της είχαν κληρονομήσει το 1933 το μύλο από τη μάνα τους Σταμάτω (Σταματάρα). Άνδρας της Σταματάρας ήταν ο Χρήστος Παπαναστασίου από τους Καλαματαίους. Από αυτό το σόι προερχόταν και ο θρυλικός καπετάνιος της Στενής στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Αναστασία Παπαναστασίου
Η περιγραφή είναι από αφηγήσεις της Μαρίας Ντούρμα –Μητάκη, που μεγάλωσε στο μύλο, έτσι όπως τα έζησε και έτσι όπως της τα είπαν. Περιγράφεται με λεπτομέρειες το σπίτι, ο τρόπος ζωής και η καθημερινότητα. Στο τεχνικό μέρος της λειτουργίας των νερόμυλων αναφερθήκαμε παραπάνω. Η τεχνική λειτουργία των νερόμυλων είναι ίδια οπότε δεν χρειάζεται επιπλέον αναφορά. Στα κείμενα που ακολουθούν δίνουμε βάση στην καθημερινότητα. Η αναφορά ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του 1930. Ο Κώστας Ντούρμας αν και ήταν μυλωνάς καλλιεργούσε μόνος του και τα δικά του σιτηρά και δημητριακά. Όπως αναφέρεται πάρα κάτω, η ιδιαιτερότητα του μύλου σε σχέση με άλλους μύλους είναι η πολύ μεγάλη παραγωγή περιβολικών, αλλά και όλων των προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής. Τώρα η απάντηση στο ερώτημα «τι γινόταν όλος αυτός ο πλούτος;» είναι απλή. Απλώς τα μοιράζονταν με τον κόσμο χωρίς ανταλλάγματα.

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Παλιές λέξεις της Στενής-Υ


Υνί:. Τριγωνική αιχμηρή άκρη του αλετριού

Υφάδι:. και Φάδι:. Το νήμα που περνιέται με τη σαΐτα και πλέκεται στον υφαντικό ιστό, κάθετα στο στημόνι.

Υποκοντριάζομαι. (΄πουκουντριάζουμι):. Αποβλακώνομαι, γίνομαι αντικοινωνικός, ψιλολόγος, απαιτητικός, γκρινιάρης.

Γιάννης Γιαννούκος

Τετάρτη 25 Απριλίου 2018

Τσαγκάρηδες στη Στενή


Όταν σκεφτόμαστε τους παλιούς τσαγκάρηδες, το μυαλό μας πηγαίνει σε κάποιους ανθρώπους, καθισμένους σε μια καρέκλα, σκυμμένους πάνω από έναν πάγκο γεμάτο με κάθε λογής εργαλεία. Με μια ποδιά που κρεμόταν από το λαιμό μέχρι τα πόδια τους για να μην λερώνονται και δούλευαν για ώρες, σκυμμένοι πάνω από τον πάγκο τους.
Ο Ιωάννης Τσουτσαίος (Γιαννάκος).
Είχε τσαγκαράδικο και μπακάλικο.
Στη φωτογραφία, μαζί με τη σύζυγό του Βασίλω.
Το παραδοσιακό επάγγελμα του τσαγκάρη, τουλάχιστον στην παλιά του μορφή, καθημερινά όλο και χάνεται. Βασικοί λόγοι που συνετέλεσαν και συνεχίζουν να συντελούν σε αυτή την εξαφάνιση του παραδοσιακού τσαγκάρη, είναι η μηχανική τελειοποίηση των υποδημάτων, η τεράστια ποικιλία παπουτσιών για κάθε ηλικία, εργασία και ασχολία, ώστε να καλύπτονται όλα τα γούστα, καθώς και η γρήγορη βιομηχανοποιημένη κατασκευή τους.

Υλικά που χρησιμοποιούσαν ήταν, σόλες, τακούνια, δέρμα, πέταλα, μπογιές, κόλλα, ψαρόκολλα, πινέλο, γυαλόχαρτο, γυαλιστικό, λάδι και ξυλόκαρφα, ήταν τα βασικά υλικά που χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή ή και την επισκευή των παπουτσιών.
Τα εργαλεία του τσαγκάρη ήταν:

Παπακατσαφούτης


Την περίοδο της Γερμανικής κατοχής, οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες. οι Γερμανοί, οι Ιταλοί, τα τάγματα ασφαλείας, οι αντάρτες. Κινδύνευες ανά πάσα στιγμή να θεωρηθείς φιλικός ή εχθρικός προς τη μία ή την άλλη πλευρά και να εκτελεστείς με συνοπτικές διαδικασίες.
Οι γερμανοί είχαν πληροφορίες, πως οι κάτοικοι την Καμπιών (τα Καμπιά απέχουν 4,5 περίπου χιλιόμετρα από τη Στενή), τροφοδοτούσαν με τρόφιμα τους αντάρτες.
Μια μέρα λοιπόν οι Καμπιώτες ακούν από τα μεγάφωνα να τους καλούν στην πλατεία για να τους μιλήσει ένας Γερμανός αξιωματικός οποίος είχε έρθει επικεφαλής αποσπάσματος.
Ο Γερμανός αξιωματικός άρχισε να απειλεί και να απαιτεί να του κατονομάσουν αυτούς που ήταν συνεργάτες των ανταρτών και τους τροφοδοτούσαν.
Φυσικά, οι Καμπιώτες αρνήθηκαν τα πάντα, λέγοντος ότι ουδέποτε έχουν βοηθήσει τους αντάρτες, ότι είναι φιλήσυχοι οικογενειάρχες κ.λ.π.
Αλλά ο Γερμανός συνέχισε να απειλεί πως θα προβεί σε συλλήψεις και εκτελέσεις, αν δε μάθει ποιοι τροφοδοτούν τους αντάρτες.
Ξαφνικά βγαίνει μπροστά από το πλήθος ο ιερέας του χωριού, Παπαθανάσης Παλαιολόγος (Παπακατσαφούτης), που καταγόταν από τη Στενή.
Κύριε αξιωματικέ του λέει (μέσω διερμηνέως). Δεν πρόκειται να βρεις άκρη, εδώ κανείς δεν έχει δώσει ψωμί σε αντάρτη, κι αν είναι κάποιος δεν πρόκειται να σου το πει και έτσι μπορεί να πάρεις άδικα στο λαιμό σου αθώους ανθρώπους.
Για να καταλάβεις λοιπόν πως είναι η κατάσταση εδώ στο χωριό μας αλλά και σε όλα τα χωριά, θα σου προτείνω, να μείνεις απόψε μαζί μας και θα σε φιλοξενήσω εγώ.
Όμως θα διώξεις τους στρατιώτες σου, θα τους δώσεις και το πιστόλι σου.
Εκεί λοιπόν που θα κοιμάσαι χωρίς όπλο και χωρίς τους στρατιώτες σου κι έρθουν οι αντάρτες να σου γυρέψουνε ψωμί, τότε… εσύ μην τους δίνεις.


Παλιές λέξεις της Στενής-Τ


Ταγάρι:. Σάκος υφαντός με πολλά κεντίδια, χοντρός και ανθεκτικός, με το ταγαρόσκοινο, με το οποίο μπορούσες να κρεμάσεις το ταγάρι στον ώμο σου Υπήρχαν και ταγάρια διάφορα, όπως απλό, ανταμωτό κ.α. που τα χρησιμοποιούσαν για διάφορες δουλειές, ενώ τα κεντητά τα χρησιμοποιούσαν κυρίως για επίσημες περιπτώσεις, όπως τα πανηγύρια στα εξωκκλήσια, όταν κατέβαινα για ψώνια στη Χαλκίδα και αλλού.

Ταΐ:. Το φαγητό των ζώων.

Ταΐστρα:. Σκεύος από το οποίο ταΐζονται τα ζώα, κυρίως τα οικόσιτα.

Τακίμι:. Πολλά πράγματα του ίδιου τύπου, που τα χρησιμοποιούν για τον ίδιο σκοπό. (θα πάρω αυτά τα πιατάκια, γιατί είναι τακίμι με τα μεγάλα που έχω).

Τακιμιάζω:. Γίνομαι φίλος με κάποιον, γιατί ταιριάζουμε.

Τάλια:. Μονάδα μέτρησης δημητριακών και οσπρίων. Μία τάλια ισοδυναμεί με δέκα ξάια.

Ταμάχι:. Πλεονεξία, απληστία. Και ταμαχιάρης, ο πλεονέκτης, ο άπληστος, που τα θέλει όλα και γρήγορα. (Το πολύ ταμάχι, χαλάει το στομάχι).

Ταμπάκικο:. Βυρσοδεψείο.

Ταμπάκος:. Σκόνη που γίνεται από ξηρά φύλλα καπνού και εισπνέεται από τη μύτη και γενικά ο λεπτοκομμένος καπνός.

Ταμπής:. Αυτός που έφτιαχνε τον καφέ. Στα καφενεία των πόλεων, υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι έφτιαχναν όλων των ειδών τους καφέδες και έκαναν μόνο αυτήν τη δουλειά. Βέβαια στα χωριά δεν υπήρχε η πολυτέλεια να έχουν τα καφενεία ξεχωριστό υπάλληλο που να φτιάχνει μόνο καφέδες, αλλά αν κάποιος καφετζής έφτιαχνε καλό καφέ, τον αποκαλούσαν οι πελάτες ταμπή, για να τον ευχαριστήσουν.

Σιδεράδες στη Στενή


Με τα τρία στοιχεία της φύσης στη διάθεσή του (φωτιά, αέρα και νερό), τα δυνατά του χέρια και το κοφτερό μυαλό, εδώ και χιλιάδες χρόνια το επάγγελμα του σιδερά βοήθησε την ανθρωπότητα να επιζήσει και να προοδεύσει.
Ο Στέλιος Κατσαρής.
Είχε σιδεράδικο.
Μετά το ανέλαβε ο γιος του
 Γιάννης Κατσαρής (Ταρατούμης)
Ο Σιδεράς, με τη φωτιά για να λιώνει το σίδερο, τον αέρα για να φυσάει τη φωτιά για να δυναμώνει και το νερό για να εμβαπτίζει τα πυρωμένα σίδερα, αλλά και με το σφυρί και την τανάλια, βοήθησε τους ανθρώπους να κάνουν πιο εύκολη τη ζωή τους, να διεκπεραιώνουν πιο εύκολα τις δουλειές τους και να αναπτύξουν την παραγωγή τους.
Όλοι περίμεναν από το σιδερά να τους ετοιμάσει τα εργαλεία τους. Ο γεωργός, ο τσοπάνης, ο μελισσοκόμος, ο πεταλωτής τα νοικοκυριά και τόσοι άλλοι.
Και τι δεν έφτιαχνε ο σιδεράς με ένα καμίνι (φούρνο), ένα φυσερό, ένα σφυρί και μια τανάλια.

Τέλος εποχής


Τελευταίοι ράφτες
Τελευταίοι ράφτες παραδοσιακών ρούχων που ήταν στο διάστημα του μεσοπολέμου ήταν, ο Ντούρμας Αριστείδης (Αριστδάνας), ο οποίος έραβε πατατούκες, καπότες, πανωβράκια, ο Ζέρβας Ιωάννης (Μπάλιος) ο οποίος εκτός των άλλων έφτιαχνε και σεγκούνες και ο Δημήτρη Καλαμάρας στην Κάτω Στενή. Τελευταίες μοδίστρες που έραβαν υφαντά όπως φορέματα, μπόλκες, πουκαμίσες κ.λπ, στην Πάνω Στενή στο διάστημα του μεσοπολέμου ήταν η Ευανθία Τσουτσαίου, η Στέλλα Γιαμά-Μπεληγιάννη, η Ουρανία Παπαγεωργίου-Μπεληγιάννη, η Σταυρούλα Καράγκου. Στην Κάτω Στενή η Ελένη Καλαμάρα και η Στέλλα Αγγελάκη. Η πληρωμή αυτών των μαστόρων, συνήθως ήταν σε είδος. Για μια γυναικεία πουκαμίσα, η τιμή ήταν 25 οκάδες τυρί. Μαλλιά, σταφύλια, σιτάρι και κάποιες άλλες φορές χρήματα ήταν η πληρωμή για τη δουλειά που έκαναν οι ράφτες και οι μαστόρες.

Τέλος εποχής
Από το μεσοπόλεμο και μετά άρχισαν να καθιερώνονται οι φραγκοράφτες. Δηλαδή αυτοί που έφτιαχναν τα φράγκικα ρούχα. Πρώτος φραγκοράφτης στη Στενή ήταν ο Δημήτριος Κυράνας, στην Κάτω Στενή. Στην Πάνω Στενή ο Δημήτριος Λέων(Κακαράς) ο Κωνσταντίνος Γιαννούκος(Κωτσαρίγκος). Σε πολύ μικρή ηλικία κατά τη διάρκεια της κατοχής άρχισε να ράβει,
όχι υφαντά η Μαρία Κουτσούκου-Παντιέρα. (Τσαγκαρέλα).

Πλεκτομηχανές
Στον μεσοπόλεμο επίσης παρουσιάστηκαν και οι πρώτες πλεκτομηχανές, που έπλεκαν κυρίως φανέλες μάλλινες. Στην Κάτω Στενή πλεκτομηχανές είχαν η Σωτήρω Κυράνα-Γιαμά, η Μαρία Αγγελάκη και η Αθηνά Άγα.
Στην Πάνω Στενή η Ντούρμα Κατερίνα και η Κουτσούκου Ελένη.
Τελευταίες κεντήστρες στα κοφτά η Γιαννούλα Κοντούλα, η Κατίνα Πισινάρα του Θοδωρή του Γιαννιού, η Ελένη Κατσανά. 


Τρίτη 24 Απριλίου 2018

Σαμαράδες στη Στενή


Παλιότερα η μεταφορά ανθρώπων και προϊόντων γίνονταν σχεδόν αποκλειστικά με τα ζώα, εφόσον το οδικό δίκτυο ήταν υποτυπώδες και η ορεινή μορφολογία του εδάφους δυσχέραινε τις μετακινήσεις.
Ο Κυράνας Χρήστος.
Ήταν ο τελευταίος σαμαράς στη Στενή.
Απεβίωσε το 2016.
Το γαϊδούρι και το μουλάρι ήταν τα πιο διαδεδομένα μέσα μεταφοράς.
Ο σαμαράς κατασκεύαζε τον απαραίτητο εξοπλισμό που απαιτείτο, για να προσφέρει το ζώο τις υπηρεσίες του στο αφεντικό του. Αυτό ήταν το σαμάρι, που κατασκεύαζε με επεξεργασμένα σανίδια πλάτανου, που σκάλιζε και έδινε σχήμα ανάλογο με το σώμα του ζώου. Στις αγροτικές εργασίες και γενικότερα στις καθημερινές δραστηριότητες, το σαμάρι των ζώων ήταν απλό, με ξύλινο σκελετό και εσωτερική επένδυση από δέρμα. Έπαιρνε γι’ αυτό μέτρα από το ζώο και αφού έκανε το σκελετό, κατασκεύαζε το σαμαροσκούτι, ένα σάκο γεμάτο άχυρα που τοποθετούσε στο κάτω μέρος του σαμαριού, για να μην πληγώνεται το ζώο. Το σαμάρι στερεωνόταν  στην πλάτη του ζώου με λουρίδες από χοντρό και σκληρό δέρμα, που έραβε με τη σαμαροβελόνα σ’ αυτό. 
Οι λουρίδες άρχιζαν από το σαμάρι, πήγαιναν στην περιφέρεια του ζώου και έσμιγαν ξανά στην άλλη πλευρά του σαμαριού. Άλλο ένα λουρί έζωνε το σαμάρι κάτω από την κοιλιά. Ακόμα έφτιαχναν και την καπιστράνα (καπίστρι) από δερμάτινες λουρίδες, που προσαρμόζονταν στο κεφάλι του ζώου, για να κρατάει το σχοινί που το έσερνε ο ιδιοκτήτης του.
Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά τα μέρη του σαμαριού

Το σύρσιμο


Η Γιαννούλα Μάντζαρη, ή Γιαννούλα του Ασμούτη, ή Κυρία, ήταν μια ηλικιωμένη γυναίκα που γνώριζε πολύ καλά την τέχνη του συρσίματος, δηλαδή τη διαδικασία κατά την οποία  τοποθετούσαν το στημόνι στο αντί για να μπει στον αργαλειό για ύφανση, διαθέτοντας όλο το μηχανισμό για τη δουλειά αυτή. Σύρσιμο επίσης λέγανε και τη διάρροια.
Η Γιαννούλα είχε ζήσει ένα μικρό χρονικό διάστημα στην Αθήνα και μιλούσε Αθηναίικα ή κυριίστικα όπως λέγανε γι αυτούς που δε μιλούσανε χωριάτικα.
Η κάπως μπάσα και στομφώδης φωνή της Γιαννούλας, σε συνδυασμό με την κυριίστικη προφορά της, ηχούσε χαρακτηριστικά στα αυτιά των συνομιλητών της. Γι αυτό και το προσωνύμιο «Κυρία»
Μια μέρα η Γιαννούλα κάτι θα είχε φάει και την πείραξε, με αποτέλεσμα όλη τη νύχτα να μην κοιμηθεί καθόλου και να μπαινοβγαίνει στον απόπατο (τουαλέτα).
Το άλλο πρωί, ταλαιπωρημένη, με εμφανή τα σημάδια της νυχτερινής της ταλαιπωρίας, βγήκε στο δρόμο για να πάει σε κάποια δουλεία ,όπου τη συνάντησε μια συγχωριανή της, η οποία πρόσεξε τη χλομάδα στο πρόσωπό της και την κούραση στα μάτια της και ανήσυχη τη ρώτησε.
Είσαι καλά Γιαννούλα, γιατί σε βλέπω λίγο «πεσμένη».
Έχεις δίκιο απαντά η Γιαννούλα, όλο το βράδυ χθες είχα σύρσιμο.
Μα καλά πρώτη φορά έχεις σύρσιμο εσύ; Εσύ μέρα παρά μέρα ξενυχτάς με το σύρσιμο.
Και η Γιαννούλα της απαντά.
Καλέ, δεν είχα σύρσιμο της μηχανής, είχα σύρσιμο του κώλου.

Γιάννης Γιαννούκος


Δευτέρα 23 Απριλίου 2018

Τζίνης Κωνσταντίνος (Γκαρανές). Από τη Στενή στον Πούρνο


Ο Κώστας πήγε από τη Στενή στον Πούρνο. Παντρεύτηκε γυναίκα από τη Σέττα
Έκαναν:
1) Τη Σοφία που πήρε το Νίκο (Κολιός η Στραβομύτης) Μετοχιάτη του Χρήστου
Έκαναν το Χρήστο,(τον Τάσο και τον Μίμη που πέθαναν το 1941 ),την Κατερίνα και την Ελένη
2) Η δεύτερη αδερφή παντρεύτηκε τον Πρόκα από το Θεολόγο.
3) Τον Ανέστη που πήρε τη Σταμούλα Ντούρμα από το Θεολόγο.
Έκαναν το Βασίλη και την Κατίνα.
4) Η Βασίλω που πήρε τον Αντώνη Ντέσκο. Έκαναν το Λάμπρο, το Νίκο και τη Φώτω
5) Ο Δημήτριος πήρε τη Ρίνα Νικολάου Κοντάκη (του Σαραντάρη) και έκαναν την Τριάδα, τη Δήμητρα, το Γεώργιο, την Κωστούλα, τη Βικτώρια και την Ελένη, μητέρα του Άγγελου Μπασινά του γνωστού διεθνή ποδοσφαιριστή που ήταν μέλος της ομάδας που μας χάρισε το ευρωπαϊκό κύπελο εθνικών ομάδων.
6) Ο Λάμπρος πήρε την Παναγιού Βασιλείου Καμινιάρη και έκαναν τη Σοφία
7) Η Μαρία πήρε το Στέλιο τον Κυράνα, γιο του Παπακυράνα. Έκαναν την Αμαλία και τη Δήμητρα


*Βοηθήστε μας να συμπληρώσουμε ή και να επεκτείνουμε το γενεαλογικό σας δένδρο.


Κυριακή 22 Απριλίου 2018

Στου Χότζα


Στη στενή χαράδρα, που ενώνει την Πάνω με την Κάτω Στενή, υπάρχει τοποθεσία επονομαζόμενη «Στου Χότζα».
Όπως είναι γνωστό, τα τοπωνύμια έχουν πάντα κάποια σχέση με τυχόν υπάρχοντες ιερούς ναούς, μονές και εξωκλήσια, με τη μορφή και το χρώμα του εδάφους, τα νερά, τα διαιτώμενα ζώα, την κυριότητα του κτήτορος, εκ της ιστορίας ή και ποικίλων τοπικών παραδόσεων, αναφερομένων σε διαδραματισθέντα γεγονότα κλπ.
Στην προκειμένη όμως περίπτωση, εκτός του λόγου των διαδραματισθέντων γεγονότων, αποκλείονται οι άλλοι.
Ίσως υποστηρίξει κάποιος την κυριότητα κτημάτων, αλλά αυτός δεν ευσταθεί, καθόσον η τοποθεσία αυτή, ως ευρισκόμενη πλησίον του χωριού κατείχετο από τους Στενιώτες σε όλη της την έκταση και εκαλύπτετο από πεύκα και πυκνούς θάμνους, που εκχερσώθηκαν μεταπελευθερωτικά.
Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι σε συμπλοκή μεταξύ Στενιωτών και Τούρκων που έγινε στο σημείο εκείνο, σκοτώθηκε κάποιος Χότζας, χωρίς να γνωρίζουμε τη χρονολογία  που έγινε αυτό.
Από τότε η περιοχή αυτή ονομάζεται «Στου Χότζα».
Πολλοί θα αμφισβητήσουν το γεγονός, αλλά αν σκεφτούμε ότι
1.Οι Τούρκοι στις διάφορες εκστρατείες τους είχαν πάντα μαζί τους μουσουλμάνους ιεροδιδάσκαλους και νομοδιδάσκαλους, όπως Χοτζάδες, Μουλάδες κλπ.
2 Οι Στενιώτες, εκτός από τους πρώτους κατοίκους που ήρθαν από το Σκουντέρι (Παλιοχώρι), οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους ήρθαν στη Στενή κυνηγημένοι από τους Τούρκους και η πιθανή είσοδος των Τούρκων στο χωριό δε συνεπάγετο μόνο τη λεηλασία των υπαρχόντων τους, αλλά και τη σύλληψη των καταδιωκόμενων που είχαν έρθει από άλλες περιοχές. Αυτό και μόνο το γεγονός τους υποχρέωνε να αντισταθούν.
Το ότι οι Στενιώτες ήταν πάντα σε ετοιμότητα αποδεικνύεται και από την ύπαρξη των καλυβιών, σε απόκρυφα σημεία του δάσους, στα οποία κατέφευγαν τα γυναικόπαιδα κατά τη διάρκεια των τούρκικων επιδρομών, τη στιγμή που οι άνδρες αντιμετώπιζαν τους Τούρκους στην  είσοδο του χωριού. Και εκεί κατέφευγαν και οι υπερασπιστές του χωριού, όταν οι δυνάμεις του εχθρού ήταν υπέρτερες.
Άλλωστε ο φύλακας στο καραούλι στο βράχο, ειδοποιούσε τους κατοίκους για τον ερχομό τους.

Γιάννης Γιαννούκος

Χτίστες


Στα μέσα του Θεριστή κι αφού είχαν μισοτελειώσει τις γεωργικές εργασίες ξεκίναγαν τα συνεργεία των χτιστάδων να παίρνουν δουλειές έως το φθινόπωρο. Από πέντε έως δέκα άτομα το κάθε συνεργείο με τον εργολάβο επικεφαλής, έκαναν τη συμφωνία τους και ξεκίναγαν. Πρώτα από όλα ήταν το τραπέζι με κρέας που τους έκανε ο ιδιοκτήτης το οποίο ήταν συνήθως η κότα που είχε σφάξει για τα θεμέλια. Τα συνεργεία αναλάμβαναν σχεδόν τα πάντα ακόμα και να κουβαλήσουν την πέτρα αν αυτό ήταν μέσα στην συμφωνία, αν κι αυτή συνήθως ήταν δουλειά του ιδιοκτήτη. Είχαν τον αρχιμάστορα, τον πελεκητή της πέτρας, τους μαστόρους, τους λασπιάδες. Το συνεργείο αναλάμβανε να τελειώσει το σπίτι ακόμα να τοποθετήσει την ξυλεία και τα κεραμίδια. Μόλις έμπαινε και το τελευταίο κεραμίδι, ακολουθούσε τρικούβερτο γλέντι και τα χαρίσματα στο συνεργείο.
Συνήθως πετσέτες και για τον αρχιμάστορα πουκάμισο.
Στη Στενή δυο ήταν τα σόγια των χτιστάδων μετά την απελευθέρωση από Τούρκους. Οι Μαστρογιανναίοι οι οποίοι ήταν όλοι χτίστες και οι Χαλκιάδες. Και τα δυο αυτά σόγια είχαν έρθει από την Ήπειρο και από εκεί έφεραν την τέχνη του χτισίματος αλλά και της επεξεργασίας της πέτρας. Τέσσερα είναι τα συνεργεία που δούλεψαν τελευταία την πέτρα στην Στενή. Δυο Μαστρογιανναίικα, του Γιάννη και του Τζώρτζη, ένα του Κοντούλα κι ένα των Βασιλείου (Γκράδες).Περισσότερο οικογενειακές επιχειρήσεις μιας που τα περισσότερα μέλη των συνεργείων ήταν από την οικογένεια του εργολάβου. Στο συνεργείο του ο Γιάννης Μαστρογιάννης γεννηθείς το 1884 είχε μαζί τα παιδιά του ένας εκ των οποίων ο Αλέκος ο οποίος είχε τη φήμη πολύ σπουδαίου χτίστη και αναλάμβαναν δουλειές σε όλη σχεδόν την Εύβοια μιας και είχαν φθάσει έως τη μονή Γαλατάκι.

Γιάννης Μητάκης

Δίρφυς. «Η ναζού κόρη».

H Δίρφη (ή Δίρφυς) είναι το ψηλότερο βουνό της Εύβοιας. Η κορυφή της Δίρφης, υψώνεται στα 1.743 μέτρα. Από τα 1.200 περίπου μέτρα και πά...