Κυριακή 29 Απριλίου 2018

Της Παναγίας στη Στενή


Μία από τις γλυκύτερες εορτές του Χριστιανικού κόσμου είναι η Κοίμησις της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η Παναγία υπέφερε, όχι ως θεάνθρωπος και Αγία αλλά ως θνητή και κυρίως ως μάνα. Γι αυτό είναι πιο κοντά στους ανθρώπους, γιατί έζησε και υπέφερε πράγματα που συχνά συμβαίνουν σε όλους, γι αυτό έρχεται ως παρηγορήτρα και διαμεσολαβητής των ανθρώπων προς το Θεό.
Στη Στενή η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η εορτή των εορτών.
Σπάνια υπάρχει Στενιώτης ή Στενιώτισσα που θα λείπει από τη Χάρη της.
Μέρες πριν το πανηγύρι οι νοικοκυρές καθαρίζουν τα σπίτια τους, τα ασβεστώνουν και ετοιμάζουν φαγητά και γλυκά για να μην λείψει τίποτα από τους επισκέπτες. Και οι επισκέπτες είναι πολλοί, αλλά είναι όλοι δικοί μας άνθρωποι. Αδέλφια, ξαδέλφια, ανίψια, θείοι κ.α. που για διάφορους λόγους βρίσκονται σε ξένα μέρη, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή.
Όπου όμως κι αν βρίσκονται θα κάνουν τα πάντα για να βρεθούν στο χωριό για μία-δύο μέρες.
Γεμίζει το χωριό από κόσμο, ίσως αυτές τις μέρες να βρίσκονται περισσότεροι από κάθε άλλη φορά.
Όμως δεν έχει σημασία ο αριθμός, σημασία έχει ότι ανάμεσα σ΄ αυτούς είναι ο αδελφός ο Κώστας, ο θείος ο Δημήτρης, ο γείτονας ο Βαγγέλης, ο παλιός συμμαθητής ο Γιώργος, το παιδικό φλερτ η Κατερίνα ο ανιψιός  ο Παναγιώτης. Αλλά και για όλους τους υπόλοιπους συγχωριανούς, θα μάθουμε τι κάνουν, που βρίσκονται, αν είναι παντρεμένοι, αν έχουν παιδιά κλπ.

Βλέπουμε κάθε χρόνο καινούρια πρόσωπα, νεαρά κυρίως και στο τέλος μαθαίνουμε ότι είναι ο γιος του Θανάση, η κόρη του Χρήστου, ο γαμπρός της Μαρίας, η νύφη του Γιάννη, το εγγόνι της Ελένης.
Το πανηγύρι της Παναγίας, είναι ένα συμπύκνωμα από μνήμες, νοσταλγίες, φιλίες, όμορφες στιγμές συνάντησης αλλά και αναπόλησης, γι αυτά που μέρα με τη μέρα χάνονται, μέσα στην αδηφάγο κοινωνία της κατανάλωσης, του ωχαδερφισμού και της μετριότητας, που όλα στροβιλίζονται στο αδράχτι της ύλης, χωρίς «σφοντύλι» αρμονίας, ισορροπίας, προορισμού.
-Τα πιο παλιά χρόνια το πανηγύρι κρατούσε τρεις-τέσσερις μέρες και τα πιο πολλά μαγαζιά έφερναν «όργανα» για να χορέψουν οι παρέες, γιατί εκτός από τα θρησκευτικά καθήκοντα, τα πανηγύρια εξυπηρετούσαν και κοινωνικούς σκοπούς. Έβλεπαν τους συγγενείς, τους φίλους και τους γνωστούς και δημιουργούσαν νέες γνωριμίες. Οι μεγαλύτεροι έκλειναν συμφωνίες για ανταλλαγές προϊόντων, για κολιγιές κ.λπ.. Επίσης για κουμπαριές και συμπεθεριές, ακόμα δε και για να παντρέψουν τα παιδιά τους χωρίς να τα ρωτήσουν. Και όταν άρχιζε γενικός χορός, χόρευαν οι νέοι με την περίσσεια λεβεντιά που τους χάριζε η φουστανέλα και η φέρμελη και ήταν μεγάλη η προσβολή και είχε δυσάρεστες συνέπειες, αν κάποιος τολμούσε να τους διακόψει.
Και όταν έμπαιναν στο χορό οι κοπέλες και κυρίως οι πιο πλούσιες, οι αρχοντοπούλες, με τις χρυσοκεντημένες γκιργκιφίσιες φορεσιές, με τα φλουριά και τα πολλά στολίδια, όλο το σόι, οι συγγενείς, πλήρωναν στα όργανα, τα οποία ενθουσιασμένα από τις εισπράξεις, σηκώνονταν και έπαιζαν όρθια και πολλές φορές συνόδευαν την κοπέλα στο χορό.
-Έχουμε πει και σε άλλες αναφορές μας, ότι το Θρησκευτικό συναίσθημα ήταν πολύ ανεπτυγμένο. Για κανένα λόγο και έναντι οποιουδήποτε τιμήματος δεν επέτρεπαν στους Τούρκους να πατήσουν τα όσια και τα ιερά τους.
Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, μπορεί να κρύβονταν στα «καλύβια» κάθε φορά που οι Τούρκοι έκαναν επιδρομές στο χωριό και όταν γύριζαν να εύρισκαν τα σπίτια τους λεηλατημένα και τα γεννήματά τους εξαφανισμένα, αλλά δεν διανοήθηκαν ποτέ να διακόψουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, έστω κι αν αυτό τους στοίχιζε την ίδια τη ζωή τους.
Πάντα στο «Βράχο» που δεσπόζει του χωριού, υπήρχε άνθρωπος που παρατηρούσε τον κάμπο για πιθανή προσέλευση τούρκικων αποσπασμάτων και όταν εμφανίζονταν φώναζε.
«Φευγάτε, έρντ΄ οι Τούρκ’». Και όλοι ανέβαιναν στα καλύβια.
Εκείνη όμως τη χρονιά στις 15 Αυγούστου 1821 και ενώ ήταν σε εξέλιξη η Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Παπαγιώργη Παπαγεωργίου, ακούστηκε η στεντόρεια φωνή του Αντώνη Καμαριώτη (Κάτζιου) από το βράχο.
Δεν έλεγε όμως «φευγάτε έρντ΄οι Τούρκ΄», αλλά «Τούρκοι. Τούρκοι, στα όπλα».
Ήταν αποφασισμένοι να υπερασπίσουν τα Όσια και τα Ιερά τους και να μην αφήσουν τους Τούρκους να μολύνουν τη γιορτή της Παναγίας. Αμέσως οι άνδρες πήραν τα όπλα με επικεφαλής τον Δημογέροντα Κωνσταντίνο Γιαννούκο (Κωνσταντάρα) και τα υπόλοιπα μέλη της Δημογεροντίας και έπιασαν το στενό, όπου σήμερα η τοποθεσία «στου Χότζα» και μετά από πολύωρη μάχη απώθησαν τους Τούρκους.
«Και ούτω, οι πανηγυρισταί της Στενής, λαμπρώς επανηγύρισαν τη Θεοτόκο», γράφει ο Ναθαναήλ Ιωάννου στο βιβλίο του «Ευβοϊκά», που αναγράφονται τα συμβάντα στην Εύβοια κατά τους χρόνους της Ελληνικής Επανάστασης.

Γιάννης Γιαννούκος   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δίρφυς. «Η ναζού κόρη».

H Δίρφη (ή Δίρφυς) είναι το ψηλότερο βουνό της Εύβοιας. Η κορυφή της Δίρφης, υψώνεται στα 1.743 μέτρα. Από τα 1.200 περίπου μέτρα και πά...