Φούρνοι
Υπήρχε μόνο ένας φούρνος,
του Βασιλείου Σιμιτζή, εκεί που αργότερα ήταν και ο φούρνος του γιου του Θανάση
Σιμιτζή.
Πουλούσε ψωμί, αλλά έψηνε
και τα καρβέλια που του τα έφερναν ζυμωμένα επ΄αμοιβή. Είχε επίσης και έναν
στίφτη για τα σταφύλια και αποστακτήριο για να βγάζει ρακί.
Πλεκτομηχανές
Πλεκτομηχανές για να
πλέκουν κυρίως φανέλες μάλλινες, είχαν στην Άνω Στενή η Κατερίνα Ντούρμα
(Κατερίνα του Τσουτσαίου) και η Ελένη Κουτσούκου.
Στην Κάτω Στενή είχαν οι:
Αθηνά Άγα, η Μαρία Αγγελάκη, η Σωτήρω Κυράνα και η Παρασκευή Μπεληγιάννη
(Κολοτόπη).
Φωτογράφος
Φωτογράφος ήταν ο
Ευάγγελος Παπαϊωάννου. Επίσης ήταν και επιγραφοποιός (έγραφε ταμπέλες για τα
μαγαζιά).
Σαρωματάδες
Ο Χαρίλαος Νάτσης. Ήταν σαρωματάς και στιλβωτής. |
Οι σαρωματάδες στη Στενή,
έφτιαχναν τις σκούπες από αστοφιά ή θυμάρι, με τις οποίες σκούπιζαν τα κατώγια
και τα καθάριζαν από τις βρωμιές που δημιουργούσαν τα περιττώματα των ζώων.
Σαρωματάδες ήταν οι:
Κυράνας Δημήτριος
(Αναμήτρος).
Βλάχος Χρήστος
(Γεννάδιος).
Νάτσης Χαρίλαος.
Ο Νάτσης Χαρίλαος ήταν και άριστος περιβολάρης
και καλλιεργούσε οπωροκηπευτικά στο περιβόλι του κοντά στη βρύση «Νταβέλη», ενώ
παράλληλα έφτιαχνε και στειλιάρια. Όταν διαλαλούσε την πραμάτεια του έλεγε «έχω
στειλιάρια για τα στειλιάρια». Με τη λέξη στειλιάρια εννοούσε τους ανθρώπους
που δεν είναι ικανοί, δεν μπορούν να ασχοληθούν και να φτιάξουν οτιδήποτε, δεν
ήταν έξυπνοι και γενικά αυτούς που «δεν έπιανε το χέρι τους», αυτούς δηλαδή που
δεν τα έβγαζαν πέρα με ότι κι αν καταπιάνονταν.
Στιλβωτές (λούστροι
Μακρής Κωνσταντίνος (Μπαΐρας)
και Νάτσης Χαρίλαος. Επίσης για λίγο διάστημα έκαναν αυτό το επάγγελμα και ο
Πισινάρας Σταύρος (Σταυρέτσας), καθώς και ο Τζίνης Κωνσταντίνος (Καλίας).
Στην Κάτω Στενή ήταν ο Δημήτριος
Ντούρμας (Μαντάς), για λίγα χρόνια, όταν ήταν μικρός (15 χρονών περίπου).
Χασάπηδες
Για να σφάξει κάποιος,
έπρεπε πρώτα να ρωτήσει τους κατοίκους αν θέλουν κρέας και αν υπολόγιζε ότι απ'
το ζώο που θα σφάξει έχουν ήδη παραγγελθεί τα κιλά που θα βγουν, τότε έσφαζε.
Χασάπηδες ήταν οι:
Τσουτσαίος Νικόλαος
(Κοκολίνας), Τσότσος Αθανάσιος (Λοτσόρος)
Ζωέμποροι
Ζωέμπορος ήταν ο Γιαμάς
Πανταζής (Μπαραλής), ο οποίος περιστασιακά έκανε και τον χασάπη.
Κουναβάδες
Ο Χρήστος Μπέκος. Ήταν κουναβάς. Για κάποιο διάστημα, είχε λειτουργήσει μπακάλικο και καφενείο. |
Το δέρμα του κουναβιού είχε μεγάλη
αξία, αρκετοί από την περιοχή μας
έκαναν αυτή τη δουλειά για να έχουν
ένα πρόσθετο εισόδημα. Ειδικά την δεκαετία του 1950 στη μεγάλη ζήτηση, ένα
δέρμα κουναβιού πουλιόταν 700 δρχ. όταν το μεροκάματο δεν ξεπερνούσε τις 30-40
δρχ..
Στα περισσότερα χωριά της περιοχής
εκμεταλλεύονταν την εποχή που είχε χιόνι και τα κουνάβια τα εύρισκαν πολύ
εύκολα, γιατί άφηναν ίχνη πάνω σ’ αυτό. Οι κουναβάδες γύριζαν στα χιόνια με ένα
τσουβάλι γεμάτο άχυρο. Εύρισκαν τις κουφάλες από τα δέντρα που κρυβόντουσαν τα
κουνάβια συνήθως από τις πατημασιές, έβαζαν φωτιά μπροστά στην κουφάλα ή
έριχναν θειάφι. Τα παγιδευμένα ζώα έβγαιναν και ήταν πολύ εύκολος στόχος για
αυτούς που περίμεναν γύρω-γύρω, με τα όπλο ή με το τσουβάλι το οποίο εφάρμοζαν
στην είσοδο της κουφάλας του δέντρου. Αυτό γινόταν στα περισσότερα χωριά.
Στη Στενή το κυνήγι γινόταν και το
άλλο διάστημα μιας και είχαν εκπαιδευμένα σκυλιά (κουναβόσκυλα) και καλή
οργάνωση. Τα σκυλιά κυνηγούσαν τα κουνάβια, τα ανάγκαζαν να ανέβουν στα δέντρα,
όπου γίνονταν εύκολος στόχος για τα όπλα των κυνηγών. Για να μην καταστραφεί το
δέρμα του κουναβιού έφτιαχναν ειδικά φυσίγγια με λίγα σκάγια μέσα.
Κυνηγοί κουναβιών με εκπαιδευμένα
σκυλιά στη Στενή ήταν ο Τάσος Μαστρογιάννης (Μάλιος), ο Χρήστος Μπέκος, ο
Παναγιώτης και ο Γιώργος Ζέρβας (Μπάλιος), ο Αντώνης Ντούρμας και τα παιδιά του
Χρήστος και Μήτσος (Γκεκάκηδες).
Τενεκετζήδες (Φαναρτζήδες)
Κυράνας Ιωάννης
(Κολτσίδας). Είχε το εργαστήρι του εκεί που σήμερα είναι η ταβέρνα του Γιώργου
Σπύρου από τη μεριά που βλέπει στην πλατεία.
Στην Κάτω Στενή ήταν τα
αδέλφια, Μιχάλης και Λάμπρος Κατσανάς.
Λαναριστικές μηχανές
Η Ελένη Λέων-Σιμιτζή. Είχε λαναριστική μηχανή. |
Οι λαναριστικές μηχανές ή Λανάρες,
όπως τις έλεγαν, λειτούργησαν όταν ήρθε το ρεύμα στο χωριό. Μετά το 1965.
Λανάριζαν το μαλλί και ήταν έτοιμο, για να κλωστεί και να γίνει σκλείδι.
Στην Πάνω Στενή, λανάρες είχαν ο Παναγιώτης Γάτος
και η ζωή Γάτου.
Στην Κάτω Στενή, είχε η
Ελένη Λέων, το γένος Σιμιτζή.
Οργανοπαίκτες
Κατσαρής Ιωάννης (Γκούμας)
(Κλαρίνο).
Χουλιάρας Αθανάσιος
(Λαούτο).
Καραγιάννης Ανέστης (Κανέστας)
(Λαούτο).
Κατσαρής Νικόλαος
(Κολόκας) (βιολί).
Ο Μεταξάς Δημήτριος
(Τσιγκαρομήτρος), είχε μία λίρα αλλά δεν συμμετείχε σε ορχήστρες, έπαιζε μόνος
κάπου-κάπου στην πλατεία του χωριού διασκεδάζοντας διάφορες παρέες.
Καμίνια
Ο Γιώργος Βλάχος μαζί με
τα παιδιά του Αθανάσιο Κωνσταντίνο και Δημήτρη
(Ζορμπαλήδες), είχαν καμίνι και έφτιαχναν κεραμίδια και κανάτια, εκεί που σήμερα
είναι ιδιοκτησία Ιωάννη Βλάχου.
Παρόμοιο καμίνι είχε
φτιάξει από το 1950 ο Κώστας Μαστρογιάννης για λίγα χρόνια.
Καμίνι υπήρχε και στη θέση
Κληματαριές, κοντά στο ποτάμι πολύ παλαιότερα, χωρίς να ξέρουμε ποιος το είχε.
Την περιοχή αυτή σήμερα τη λέμε «στα κεραμιδαριά».
Πίσω από το σπίτι του
Θανάση Μακρή, υπήρχε ένα καμίνι που το έλεγαν το καμίνι του Μωραΐτη. Δεν
ξέρουμε περισσότερα.
Ξενοδοχείο
Ξενοδοχείο είχε ο
Παπακηρύκου Δημήτριος, εκεί που σήμερα είναι ιδιοκτησία Αθανασίου Ζέρβα και
Γεωργίου Ζέρβα.
Γιάννης Γιαννούκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου