Γιώργου Ντεγιάννη
Μέσα στους λόγγους
Ήρθε το πλήρωμα του
χρόνου. Αιώνια δε ζει στη γης. Ο Γιάννος, αυτό το λιοντάρι, το ανήμερο θεριό,
το άτρομο παλληκάρι, η τρομάρα του Τούρκου αγγελοφέρνει. Ψυχομαχάει!
Ετοιμάζεται για το αγύριστο ταξίδι. Δεν του μένει τίποτε ατέλειωτο σε τούτονε
τον κόσμο. Όλα τα απόσωσε. Ελευθέρωσε Πατρίδα. Ανθρώπου δε θόλωσε νερό.
Απόχτησε βιός. Τρακόσα πρόβατα αφήνει κληρονομιά στο γιό του. Και του
στερνοπαραγγέλνει: «Δήμο, την ευκή μου νάχεις παιδί μου! Πιο πολύ να σκοπεύεις
και πιο λίγο να δουλεύεις». Και σε λίγο: Να μην κόψεις το παιδί από τα
γράμματα». Για το εγγονάκι του μιλούσε το Γιάννη, που πήγαινε στην πρώτη του
ελληνικού. Τάπαιρνε το παιδί τα γράμματα και το αγαπούσε διπλά ο παππούς γιατί
είχε το όνομά του.
Άμα τέλειωσε τις
παραγγελίες, ευκήθηκε και τους άλλους και κατόπι έκλεισε τα μάτια και σταύρωσε
για πάντα τα χέρια. Ήταν έτοιμος για την τελευταία κατοικία. Φεύγει
ευχαριστημένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου