Φουστανέλα (Φστανέλα )
Ο Χαράλαμπος Αρβανίτης (Χάμος) |
Επίσημη φορεσιά. Φτιαγμένη με χασέ αγοραστό ύφασμα.
Αποτελείται από σαράντα (40) έως και τετρακόσια (400) κομμάτια τριγωνικό ύφασμα
(φύλλα) και ήταν όλη ραμμένη στο χέρι. Μια συνηθισμένη φουστανέλα είχε από
40-45 φύλλα. Τα τριγωνικά κομμάτια υφάσματος είχαν πλάτος 15 εκατοστά κάτω και
3-4 εκατοστά πάνω. Όσο πιο στενά ήταν πάνω στο μέρος που έπιανε η φακαρόλα,
τόσο πιο φουντωτή ήτανε. Ανάλογα με τον αριθμό των κομματιών του υφάσματος που
είχε επάνω, ήταν και το βάρος της. Ανάλογα με την ηλικία ήταν και το ύψος της
φουστανέλας. Οι νέοι φόραγαν την κοντή και οι ηλικιωμένοι την μακρύτερη.
Πουκαμίσα (Π΄καμίσα)
Η πιο συνηθισμένη αντρική φορεσιά αποτελείται από
την πουκαμίσα, ένα απλό ρούχο με μανίκια που φοριέται πάνω από το εσωτερικό
πουκάμισο, κουμπώνει μπροστά, και μπορεί να φτάνει μέχρι τα γόνατα.
Φουστανελάδικη Πουκαμίσα |
Καθώς η μέση σφίγγεται με το ζωνάρι, η πουκαμίσα
ανοίγει προς τα κάτω και σχηματίζει δίπλες στον ποδόγυρο. Οι δίπλες αυτές είναι
ένδειξη πολυτέλειας και στην προσπάθεια να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερες
δημιουργήθηκε η φουστανέλα.
Συνήθως καθημερινό ρούχο που με τα ανάλογα κεντίδια
γινόταν και επίσημο.
Η περιοχή του στήθους καλυπτόταν από πυκνές πένσες
που σχημάτιζαν ένα ξεχωριστό τετράγωνο. Είχε άνοιγμα μέχρι τη μέση και κούμπωνε
με μικρά κουμπιά. Οι πουκαμίσες που έχουμε βρει είναι σε χρώμα γεράνιο και
στενά μανίκια. Μια βρήκαμε μόνο με φαρδιά μανίκια η οποία είναι και παλαιότερη.
Το ζνάρ (ζωνάρι).
Κόκκινο
ύφασμα που το έδεναν γύρω από τη φακαρόλα.
Πουκάμισο.
Λευκό βαμβακερό ύφασμα, κοντό ως τη μέση και με
πλατιά μανίκια.
Κάλυμμα κεφαλής.
Για το κεφάλι είχαν το φέσι, (κόκκινος σκούφος με
μαύρη φούντα) αλλά το πιο συνηθισμένο ήταν ο Κούκος, που ήταν ένας μαύρος
σκούφος. Ο καθημερινός ήταν από τσόχα και ο επίσημος (ο γιορτινός) από βελούδο.
Ο Θανάσης Βαρτζής και η γυναίκα του Παναγιώτα Τζίνη |
Φέρμιλ' (φέρμελη).
Σταυρωτό με ψευτομάνικα, κεντημένο. Παλαιότερα τα
μανίκια δεν ήταν μόνο για φιγούρα, ήταν και λειτουργικά. Όταν κρύωναν έβαζαν
μέσα τα χέρια τους.
Κάλτσες.
Ήταν άσπρες, υφαντές ή πλεκτές, πολύ μακριές και
έφταναν έως επάνω και πολλές φορές ενώνονταν και έπαιρναν το σχήμα του
σημερινού κολάν ή καλτσόν. Κάτω από την πατούσα υπήρχε μια λεπτή υφασμάτινη
λουρίδα. Τις έδεναν κάτω από το γόνατο, με τις γονατάρες, οι οποίες στο ένα
άκρο είχαν δύο μαύρες φούντες και στο άλλο μια θηλιά μέσα από την οποία
περνούσαν οι φούντες κατά το δέσιμο.
Γιάννης Μητάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου